- πληκτροφόρα
- πληκτροφόροςwith spursneut nom/voc/acc pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
πληκτροφόρος — ο / πληκτροφόρος, ον, ΝΑ, θηλ. και α, Ν νεοελλ. φρ. α) «πληκτροφόρα όργανα» μουσικά όργανα στα οποία ο ήχος παράγεται με την πίεση τών δακτύλων πάνω σε πλήκτρα, κουμπιά ή μοχλούς β) «πληκτροφόρα όργανα με δοξάρι» έγχορδα πληκτροφόρα όργανα, στα… … Dictionary of Greek
ταμπουλατούρα — η, Ν μουσ. σύστημα μουσικής σημειογραφίας που απεικονίζει τη θέση τών δακτύλων τού εκτελεστή, σε αντιδιαστολή προς το σύστημα τών φθογγοσήμων που παριστάνουν τον ρυθμό και το τονικό ύψος, και το οποίο χρησιμοποιήθηκε στη μουσική για λαούτο και… … Dictionary of Greek
τοκάτα — Ενόργανη μουσική σύνθεση που χρονολογείται από τα τέλη του 16ου αι. Αρχικά τ. σήμαινε κάθε έργο προορισμένο να παίζεται σε όργανα με πλήκτρα, όπως εκκλησιαστικό όργανο ή τσέμπαλο (toccare = εγγίζω), ενώ καντάτα γενικά σήμαινε κάθε έργο… … Dictionary of Greek
αυτοσχεδιασμός — Η ικανότητα να πραγματοποιεί κανείς κάτι χωρίς προπαρασκευή συχνά κάτω από την πίεση αντικειμενικής ανάγκης, ακολουθώντας την έμπνευση της στιγμής. Ιδιαίτερα ο όρος χρησιμοποιείται στη μουσική, στον χορό και στο θέατρο για την εκτέλεση σύνθεσης,… … Dictionary of Greek
Βιτσεντίνο, Νικόλα — (Nicola Vicentino,Βενετία 1511 – Ρώμη 1572).Ιταλός συνθέτης. Αφού συμπλήρωσε τις μουσικές του σπουδές στη Βενετία, έζησε στο περιβάλλον της αυλής των Έστε και αφιερώθηκε στη μουσική θεωρίακαι σύνθεση. Εγκαταστάθηκε αργότερα στη Ρώμη, όπου… … Dictionary of Greek
παβάνα — Αυλικός χορός, σε ακμή κυρίως τον 16o αι. Είχε ρυθμό διμερή και χαρακτήρα αυστηρό, και συνδέθηκε με το σαλταρέλο και την γκαλιάρντα. Xορευόταν κατά τη διάρκεια των λιτανειών, των γαμήλιων πομπών και της αποκριάς. Ως μουσική μορφή, η π. ήταν πολύ… … Dictionary of Greek